- Μικίψα
- Μικίψᾱ , Μικίψαςmasc nom/voc/acc dual (doric aeolic)Μικίψᾱ , Μικίψαςmasc gen sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Μικίψᾳ — Μικίψᾱͅ , Μικίψας masc dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μικίψας — Μικίψᾱς , Μικίψας masc acc pl (doric aeolic) Μικίψᾱς , Μικίψας masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μικίψαν — Μικίψᾱν , Μικίψας masc acc sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νουμιδία — Αρχαία περιοχή της βορειοδυτικής Αφρικής χωρίς σαφώς καθορισμένα σύνορα (ιδιαίτερα στα Ν), η οποία κατοικείτο από βερβερικές φυλές οργανωμένες σε ανεξάρτητα βασίλεια. Από εκείνες τις φυλές, κατά το β’ μισό του 3ου αι. π.Χ. κυριαρχούσαν εκείνες… … Dictionary of Greek
Αδέρβαλος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Βασιλιάς της Νουμιδίας (118 112 π.Χ.). Μετά τον θάνατο του πατέρα του Μικίψα, ανέβηκε στον θρόνο μαζί με τον αδελφό του Ιέμψαλο και τον εξάδελφό του Ιουγούρθα. Έπειτα όμως από λίγο καιρό συμβασιλείας, o Ιουγούρθας… … Dictionary of Greek
Ιουγούρθρας — (160; – Ρώμη 104 π.Χ.). Βασιλιάς της Νουμιδίας. Γιος του Μασταναβάλη, ανατράφηκε από τον θείο του, βασιλιά της Νουμιδίας, Μικίψα, ο οποίος τον έστειλε να βοηθήσει τους Ρωμαίους στην πολιορκία της Νουμαντίας. Πεθαίνοντας ο Μικίψας (118) τον άφησε… … Dictionary of Greek